Στην ημερίδα της Περιφέρειας Θεσσαλίας και του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος με θέμα «Η κλιματική αλλαγή και η κλιματική κρίση», που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 11 Απριλίου στη Λάρισα, συμμετείχε ο Υφυπουργός στον Πρωθυπουργό, Αρμόδιος για Θέματα Κρατικής Αρωγής και Αποκατάστασης από Φυσικές Καταστροφές, κ. Χρήστος Τριαντόπουλος. Στην ομιλία του, ο κ. Τριαντόπουλος εστίασε στους τρεις πυλώνες της στρατηγικής της Κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, αλλά και στον νέο ρόλο που θα πρέπει να αναλάβει η Ευρωπαϊκή Ένωση και δη το Ταμείο Αλληλεγγύης. Ακολουθούν σημεία της τοποθέτησης του Υφυπουργού στον Πρωθυπουργό:

«Η Θεσσαλία έχει βιώσει τα αρνητικά αποτελέσματα της κλιματικής κρίσης. Μίας κλιματικής κρίσης που καθιστά πιο πιθανό από ποτέ να δούμε ακραία καιρικά φαινόμενα – και τα φαινόμενα αυτά να είναι πιο έντονα σε σχέση με το παρελθόν. Συνεπώς, η Κυβέρνηση έπρεπε να ενεργοποιήσει μία νέα στρατηγική. Και αυτό έκανε, με την καθοδήγηση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.

Τρεις είναι οι πυλώνες αυτής της στρατηγικής. Ο πρώτος πυλώνας αφορά τη διαμόρφωση των συνθηκών πράσινης και βιώσιμης ανάπτυξης, προκειμένου να ελαχιστοποιήσουμε τις επιπτώσεις της οικονομικής δραστηριότητας. Ο δεύτερος πυλώνας είναι αυτός της πρόληψης, της αντιμετώπισης και της ανθεκτικότητας έναντι των φυσικών καταστροφών. Ο τρίτος πυλώνας είναι αυτός της στήριξης και αποκατάστασης. Είναι αυτός που έχουμε αναλάβει, προωθώντας μία νέα φιλοσοφία, που θέλει να φτάνει η στήριξη γρήγορα και δίκαια στον πληττόμενο -και όχι με τις καθυστερήσεις του παρελθόντος- και η αποκατάσταση να γίνεται το συντομότερο δυνατόν. Και να αντέχει αυτή η αποκατάσταση: να γίνονται που θα παραμείνουν, δεν θα χαλάσουν με την επόμενη κακοκαιρία.

Αυτό, λοιπόν, είναι το πλαίσιο της κρατικής αρωγής, το οποίο διαμορφώσαμε μέσα από την εμπειρία από τη Θεσσαλία, τον ‘Ιανό’, έτσι ώστε να δημιουργήσουμε τις συνθήκες για τις άμεσες αποζημιώσεις, λελογισμένα και εκεί που έπρεπε, για να στηριχτούν οι πολίτες που είχαν βιώσει τα πλημμυρικά φαινόμενα του ‘Ιανού’, αλλά και αυτά που ακολούθησαν. Παράλληλα, εξελίσσουμε το θεσμικό πλαίσιο, βάζοντας διαδικασίες ψηφιοποίησης -το καλοκαίρι, με τις πυρκαγιές, διαμορφώσαμε την πλατφόρμα arogi.gov.gr- και ενεργοποιώντας στοχευμένα μέτρα για να μπορέσουμε να στηρίξουμε τις επιχειρήσεις και τους αγρότες. Και αναφέρομαι σε αυτό το κομμάτι, γιατί ένα από αυτά είναι και το μέτρο της στήριξης των επιχειρήσεων της Θεσσαλίας που επλήγησαν από τον σεισμό, σε συνεργασία με το Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων.       

Όλο αυτό έχει ένα δημοσιονομικό κόστος. Μόνο για τον ‘Ιανό’, το κόστος αγγίζει τα 750 εκατ. ευρώ. Αν, μάλιστα, συνυπολογίσουμε και άλλες περιπτώσεις φυσικών καταστροφών, το κόστος αυξάνεται σημαντικά. Και είναι κάτι που επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, γιατί μεγάλο κομμάτι αυτού είναι οι εθνικοί πόροι. Δεν είναι Ευρωπαϊκοί πόροι, που θα ήταν εύλογο, γιατί ουσιαστικά το κομμάτι της κλιματικής κρίσης έχει οριζόντιο, καθολικό χαρακτήρα: πλήττει όλους, όχι μόνο τη χώρα μας. […]

Στη Θεσσαλία, συνεχίζεται η έκτακτη χρηματοδότηση προς την Περιφέρεια για να συνεχιστούν τα έργα αντιπλημμυρικής θωράκισης -έργα που άντεξαν και στις προηγούμενες πλημμυρικές πιέσεις-, ενώ προχωρούμε και σε έργα δομικής φύσεως, όπως το φράγμα του Ενιπέα στη Σκοπιά, ύψους 315 εκατ. ευρώ και άλλα έργα που σχετίζονται με μικρότερα φράγματα για την ύδρευση της περιοχής, καθώς και σε νέες παρεμβάσεις, σε ποτάμια και ρέματα στη Μαγνησία, την Καρδίτσα και τη Λάρισα.

Πώς σχετίζονται όλα αυτά με την Ευρωπαϊκή διάσταση; Τέτοιου είδους οριζόντια και καθολικά προβλήματα θέλουν και καθολικές λύσεις. Όπως στην περίοδο της πανδημίας, όπου η ΕΕ έκανε σημαντικά βήματα ολοκλήρωσης, έτσι και η κλιματική κρίση είναι ένα κοινό πρόβλημα, το οποίο όλοι θα πρέπει να λύσουμε μαζί. Και θα μου επιτρέψετε να αναφερθώ στα τρία στοιχεία αυτής της κοινής λύσης. Το ένα είναι το Ταμείο Αλληλεγγύης της ΕΕ, όπου δυστυχώς η στήριξη δεν είναι αυτή που θα μπορούσε να είναι. Υπάρχουν, συνεπώς, μία σειρά από διαδικασίες, από πόρους, που θα πρέπει να είναι πιο γενναίοι, και από παραμέτρους του συστήματος – για παράδειγμα το σύστημα στήριξης της ΕΕ δεν περιλαμβάνει τα μέτρα στήριξης των αγροτών, των πολιτών και των επιχειρήσεων, παρά μόνο τις υποδομές.

Είναι μία συζήτηση που πρέπει να συνοδευτεί από το δεύτερο στοιχείο, που είναι η καλύτερη αξιοποίηση όλων των πόρων που έχει στη διάθεσή της η ΕΕ για την πρόληψη απέναντι στις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στις υποδομές, στο φυσικό περιβάλλον και στις τοπικές κοινωνίες. Ήδη το Ταμείο Ανάκαμψης κινείται προς αυτή την κατεύθυνση, με αποτέλεσμα η χώρα μας να έχει στη διάθεσή της πόρους για τέτοιες πολιτικές. Όσο περισσότερους πόρους διαθέσουμε για την πρόληψη, τόσο λιγότερους θα πρέπει να διαθέσουμε για το κομμάτι της αποκατάστασης, το οποίο, άλλωστε, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αντισταθμίσει τη ζημιά.

Το τρίτο στοιχείο είναι ότι θα πρέπει να προσαρμόσουμε τα έργα στις νέες συνθήκες, δηλαδή να βάλουμε στην Ευρωπαϊκή συζήτηση δύο διαστάσεις. Πρώτον, τη συντήρηση των έργων, ώστε να ενισχυθεί η ανθεκτικότητά τους. Δεύτερον, τα νέα έργα που δρομολογούνται να είναι εναρμονισμένα με τις νέες συνθήκες, οι οποίες μάλιστα ενδέχεται να επιδεινωθούν την επόμενη περίοδο. Και αναφέρομαι σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, γιατί εκεί έγκειται ο σχεδιασμός και η χρηματοδότηση. Είναι ζητήματα που έχουμε θέσει στη δημόσια ατζέντα, τα συζητάμε στα διεθνή φόρα και κάποια στιγμή θα μπουν και στη σφαίρα της υλοποίησης».

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ